Ν έως Π

Ν-Π

ΠΕΡΙΘΩΡΙΟ ΚΕΡΔΟΥΣ
Δείκτης της κερδοφορίας. Προσδιορίζεται διαιρώντας τα καθαρά κέρδη με τα έσοδα για την ίδια περίοδο 12 μηνών. Το αποτέλεσμα εκφράζεται ως ποσοστό επί τοις εκατό.

ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΕΝΗ ΕΝΤΟΛΗ
Μια εντολή να αγοραστεί μια μετοχή σε ορισμένη τιμή ή σε τιμή κατώτερη από αυτήν ή να πουληθεί μια μετοχή σε μια ορισμένη τιμή ή σε τιμή ανώτερη από αυτήν. Για παράδειγμα, θα μπορούσατε να πείτε σε ένα χρηματιστή ?Αγόρασέ μου 100 μετοχές της xyz στα $8 ή πιο κάτω? ή ?Πούλησε 100 μετοχές της xyz στα $10 ή πιο πάνω?.

ΠΡΙΜ
Το αντίτιμο ενός συμβολαίου δικαιώματος, όπως καθορίζεται κατά τη συναλλαγή, που καταβάλλει ο αγοραστής στον εκδότη του δικαιώματος, για να αποκτήσει τα δικαιώματα του συμβολαίου.

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΑΓΟΡΑΠΩΛΗΣΙΩΝ
Αγοραπωλησίες που γίνονται βάσει ενδείξεων από προγράμματα ηλεκτρονικών υπολογιστών. Συνήθως εισάγονται απευθείας από τον υπολογιστή του διαπραγματευτή στο υπολογιστικό σύστημα της αγοράς και εκτελούνται αυτόματα.

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΕΠΑΝΕΠΕΝΔΥΣΗΣ ΜΕΡΙΣΜΑΤΩΝ
Προγράμματα που προσφέρουν πολλές επιχειρήσεις για την επανεπένδυση μερισμάτων, μερικές φορές σε τιμή χαμηλότερη από την τρέχουσα τιμή μετοχής, την ημερομηνία διανομής του μερίσματος. Πολλά προγράμματα επιτρέπουν, επίσης, την επένδυση επιπλέον χρημάτων από το μέτοχο. Η διαχείριση των προγραμμάτων γίνεται συνήθως από την εταιρεία χωρίς χρέωση του κατόχου.

ΠΡΟΜΗΘΕΙΑ
Το ποσό που λαμβάνει ένας μεσίτης για να εκτελέσει μια συναλλαγή, με βάση τον αριθμό των μετοχών, ομολόγων, δικαιωμάτων ή/και την χρηματική αξία τους. Το 1975, η απελευθέρωση οδήγησε στη δημιουργία χρηματομεσιτών που παρέχουν περιορισμένες υπηρεσίες και χρεώνουν μικρότερες προμήθειες από ότι οι χρηματομεσίτες πλήρους εξυπηρέτησης. Οι χρηματομεσίτες πλήρους εξυπηρέτησης παρέχουν συμβουλές και συνήθως έχουν ένα ολόκληρο προσωπικό από αναλυτές που παρακολουθούν συγκεκριμένους βιομηχανικούς κλάδους. Οι χρηματομεσίτες περιορισμένης εξυπηρέτησης απλώς εκτελούν την εντολή ενός πελάτη και συνήθως δεν εκφράζουν τη γνώμη τους για μια μετοχή.

ΠΡΟΝΟΜΙΟΥΧΕΣ ΜΕΤΟΧΕΣ
Ένα χρεόγραφο που δηλώνει ιδιοκτησία σε μια επιχείρηση και δίνει στον κάτοχό του προτεραιότητα έναντι των κοινών μετόχων στη διανομή των κερδών και γενικά, στη διανομή των περιουσιακών στοιχείων σε περίπτωση ρευστοποίησης. Οι περισσότερες προνομιούχες μετοχές διανέμουν ένα σταθερό μέρισμα και συνήθως δεν παρέχουν δικαίωμα ψήφου.

ΠΡΟΣΦΟΡΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ
Η προσφορά ?δικαιωμάτων? στους παλαιούς μετόχους να αγοράσουν πρόσθετες μετοχές, συνήθως σε τιμή χαμηλότερη από την τιμή διάθεσής τους στο κοινό. Η θέση των μετόχων που δεν εξασκούν αυτά τα δικαιώματα συνήθως εξασθενεί από την προσφορά. Τα δικαιώματα συχνά είναι μεταβιβάσιμα, δίνοντας τη δυνατότητα στον κάτοχό τους να τα πουλήσει σε άλλους που ενδεχομένως να ενδιαφέρονται να τα ασκήσουν. Οι προσφορές δικαιωμάτων συνηθίζονται περισσότερο στις εταιρείες επενδύσεων κλειστού τύπου, οι οποίες δεν μπορούν να εισαγάγουν πρόσθετες κοινές μετοχές με άλλον τρόπο.

ΠΡΩΤΟΓΕΝΗΣ ΑΓΟΡΑ
Ο πρώτος αγοραστής μιας νεοεισηγμένης μετοχής αγοράζει τη μετοχή στην πρωτογενή αγορά. Στη συνέχεια, η διαπραγμάτευση αυτής της μετοχής γίνεται στη δευτερογενή αγορά.

ΠΩΛΗΣΗ ΑΝΟΙΓΜΑΤΟΣ
Μια συναλλαγή, όπου η πρόθεση του πωλητή είναι να δημιουργήσει ή να αυξήσει τη θέση του σε μια δεδομένη σειρά δικαιωμάτων.

ΠΩΛΗΣΗ ΚΛΕΙΣΙΜΑΤΟΣ
Μια συναλλαγή όπου η πρόθεση του πωλητή είναι να περιορίσει ή να εξαλείψει τη θέση του σε μια μετοχή, ή σε μια δεδομένη σειρά δικαιωμάτων.